Η παγκόσμια ποδοσφαιρική οικογένεια θρηνεί την απώλεια του Ίβιτσα Όσιμ, με τον άλλοτε προπονητή του Παναθηναϊκού να αφήνει την τελευταία του πνοή σε ηλικία 80 ετών.
Ο Ίβιτσα Όσιμ, μία από τις πιο εμβληματικές μορφές στην ιστορία του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, τόσο ως παίκτης όσο και ως προπονητής, δεν βρίσκεται πλέον ανάμεσά μας, με τον Βόσνιο να αφήνει την τελευταία του πνοή το πρωί της Κυριακής (1/5) σε ηλικία 80 ετών, στο Γκρατς όπου και έμενε τα τελευταία χρόνια.
Γεννήθηκε στο Σαράγεβο στις 6 Μαΐου 1941 και κατά τη διάρκεια της 18χρονης συλλογικής ποδοσφαιρικής καριέρας του φόρεσε τη φανέλα αρκετών ομάδων, μεταξύ των οποίων της Στρασμπούρ, της Σεντάν και της Βαλενσιέν, ενώ με την εθνική Γιουγκοσλαβίας αγωνίστηκε σε 16 ματς, σκοράροντας 8 φορές.
Το 1978 κρέμασε τα παπούτσια του και στη συνέχεια άπαντες υποκλίθηκαν στην αξία του όταν άρχισε τη διαδρομή του ως προπονητής, με τον Όσιμ να κοουτσάρει την Ζελέσνιτσαρ, την εθνική Γιουγκοσλαβίας, την Παρτίζαν, την Στουρμ Γκρατς και την εθνική Ιαπωνίας (τελευταία του ομάδα), με το ελληνικό φίλαθλο κοινό να τον έχει στο μυαλό του για το πέρασμά του από τον Παναθηναϊκό.
Ο Όσιμ ανέλαβε το τριφύλλι το 1992 διαδεχόμενος τον Βασίλη Δανιήλ και έμεινε για σχεδόν δύο χρόνια στον πάγκο του, κατακτώντας μάλιστα το Κύπελλο Ελλάδας το 1993 (1-0 τον Ολυμπιακό), ενώ έδωσε τη θέση του στον Χουάν Ραμόν Ρότσα. Οδήγησε τους πράσινους σε 94 παιχνίδια σε όλες τις διοργανώσεις και είχε απολογισμό 62 νίκες, 17 ισοπαλίες και 15 ήττες.
Το πέρασμά του από την Ελλάδα ήταν δυναμικό, αφού και ο ίδιος ήταν αυθόρμητος και εκρηκτικός, ενώ η φράση του “Η μπάλα είναι πόρνη” που είχε χρησιμοποιήσει κάποτε σε συνέντευξη Τύπου έμεινε στην ιστορία και μνημονεύεται ακόμα και τώρα.
Ο Ίβιτσα Όσιμ στον πάγκο του Παναθηναϊκού ΙΝΤΙΜΕ
Όσον αφορά στις επιτυχίες του, ως παίκτης της εθνικής Γιουγκοσλαβίας ήταν φιναλίστ του Euro 1968, ενώ ως προπονητής κατέκτησε Κύπελλο Γιουγκοσλαβίας με την Παρτίζαν και Ελλάδας με τον Παναθηναϊκό, για να έχει στη συνέχεια τις μεγαλύτερες επιτυχίες του στην Αυστρία, παίρνοντας δύο πρωταθλήματα, τρία Κύπελλα και τρία Σούπερ Καπ με την Στούρμ Γκρατς.
Πηγή: sport24.gr
Όσον αφορά στις επιτυχίες του, ως παίκτης της εθνικής Γιουγκοσλαβίας ήταν φιναλίστ του Euro 1968, ενώ ως προπονητής κατέκτησε Κύπελλο Γιουγκοσλαβίας με την Παρτίζαν και Ελλάδας με τον Παναθηναϊκό, για να έχει στη συνέχεια τις μεγαλύτερες επιτυχίες του στην Αυστρία, παίρνοντας δύο πρωταθλήματα, τρία Κύπελλα και τρία Σούπερ Καπ με την Στούρμ Γκρατς.
Πηγή: sport24.gr