Μαγειρεύονται παραδοσιακές γεύσεις από το Ουζμπεκιστάν έχοντας αποκτήσει πιστούς πελάτες
Μπαρακάτ (barakat) στα ουζμπεκικά σημαίνει ευλογία και αφθονία. Barakat είναι και το όνομα που έδωσε η Τατιάνα Στασίδη στο εστιατόριο που διατηρεί μαζί με τον σύζυγό της στη Νεοχωρούδα Θεσσαλονίκης, όπου μαγειρεύουν παραδοσιακές γεύσεις από το Ουζμπεκιστάν έχοντας καταφέρει να αποκτήσουν σταθερούς και πιστούς πελάτες.
«Ευλογία κι αφθονία είναι το “είναι” μας» λέει στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η κ. Στασίδη, εξηγώντας πως ήταν περίπου μια τριετία πριν, όταν πήραν την απόφαση με τον σύζυγό της ν’ ανοίξουν το εστιατόριο χωρίς τότε να περιμένουν, όπως λέει, πως θα γινόταν το αγαπημένο πολλών Ελλήνων που επέστρεψαν στην πατρίδα από το Ουζμπεκιστάν, το Καζακστάν κι άλλες περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. «Μας συγκινούν με τη χαρά τους, όταν δοκιμάζουν τα πιάτα μας. Αυτοί που πλέον έχουν γυρίσει στην Ελλάδα, μόλις έμαθαν για εμάς, έγιναν τακτικοί πελάτες» λέει επισημαίνοντας πως «πολλοί από αυτούς αγαπούν τη ουζμπεκική παραδοσιακή κουζίνα, που είχαν γευτεί από μικρή ηλικία στην Τασκένδη».
Μάλιστα, αυτοί που επισκέπτονται το εστιατόριο έρχονται από διάφορες περιοχές της Β. Ελλάδας αφού η επιθυμία να γευτούν τα φαγητά της παιδικής τους ηλικίας ή της νεότητάς τους είναι πολύ ισχυρή. «Αυτοί ξέρουν τι σημαίνει μαντί, πλοφ, μεσπαρμάκ, σάμσα! Αλλά και τα παιδιά τους, που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στην Ελλάδα, έρχονται να φάνε στο Barakat» αναφέρει η κ. Στασίδη, η οποία γεννήθηκε, μεγάλωσε και σπούδασε φιλολογία στην Τασκένδη.
«Τριάντα χρόνια έζησα σε αυτήν την υπεροχή πολυπολιτισμική πόλη και από το 2000 βρισκόμαστε πια στη Θεσσαλονίκη. Παλιννοστήσαμε στην Ελλάδα με τον σύζυγό μου, Έλληνα από το Σουχούμι, που η οικογένειά του έζησε εξόριστη στην Ασία, το Καζακστάν, και γνωρίζει τον πολιτισμό των Ασιατών» σημειώνει η κ. Στασίδη.
Η ίδια κατάγεται από οικογένειες που έχουν τις ρίζες τους στην Πολωνία και την Ουκρανία. «Από την πλευρά της Πολωνής μητέρας μου, οι γονείς μου ήταν εξόριστοι στην Ασία από μπολσεβίκους από την Πολωνία, ως Κουλάκοι. Η άλλη γιαγιά μου είναι Ουκρανή. Έφυγαν από την Ουκρανία το 1953, την εποχή του δεύτερο μεγάλου λιμού. Πήγαν στη Σιβηρία κι από εκεί στην Τασκένδη, στην “πόλη του ψωμιού”, όπως την έλεγαν τα χρόνια εκείνα. Στην Τασκένδη σώθηκαν από την πείνα χιλιάδες άνθρωποι. Έτσι, οι δύο γιαγιάδες μου ήταν στην πραγματικότητα πρόσφυγες στην Τασκένδη» εξηγεί η ιδιοκτήτρια του Barakat.
Το πάθος για τη μαγειρική
Την αγάπη για τη μαγειρική την είχε από μικρή αφού της άρεσε να κάνει φαγητό και γλυκά, ενώ η μητέρα της ήταν σε όλη τη ζωή της αρχιμαγείρισσα στην Αστυνομική Σχολή της Τασκένδης, όπου ετοίμαζε, καθημερινά, γεύματα για εκατοντάδες φοιτητές. «Η μητέρα μου, μού απαγόρευε να ασχολούμαι με τη μαγειρική και με προειδοποιούσε, ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο το επάγγελμα. Αλλά εγώ επέμενα, αν και δούλευα στη βιβλιοθήκη. Ασχολήθηκα με τη ζαχαροπλαστική, πρώτα σπουδάζοντας το επάγγελμα στην Κρατική Σχολή Ζαχαροπλαστικής. Όταν, όμως, φτάσαμε στην Ελλάδα, η βασική δουλειά μου για αρκετά χρόνια ήταν στη λάντζα, σε εστιατόρια και ταβέρνες. Ταυτόχρονα μεγάλωνα και τα τέσσερα παιδιά μου» αφηγείται η Τατάνα Στασίδη.
Πριν από μια δεκαετία ήθελε να ανοίξει το δικό της εστιατόριο με ουζμπεκικές συνταγές. «Δεν έβρισκα τότε “οπαδούς” της ιδέας μου… Όλοι γύρω μου έλεγαν ότι αυτό δεν θα “περπατήσει”, ότι οι Έλληνες είναι πιστοί στη δική τους παραδοσιακή κουζίνα, ότι δεν θα μπορέσω να τα βγάλω πέρα οικονομικά» θυμάται. Τελικά, όμως, τόλμησε να δώσει στην ιδέα της «σάρκα και οστά» και μάλιστα στη Νεοχωρούδα, όπου μένει με την οικογένειά της. «Βοήθησε και το γεγονός, ότι τα τέσσερα παιδιά μεγάλωσαν και μπορούν να βοηθούν» συμπληρώνει.
Τα πιο νόστιμα πιάτα!
«Η ουζμπέκικη κουζίνα βασίζεται στα ζυμαρικά, το ρύζι, το αρνίσιο και το βοδινό κρέας, πολλά λαχανικά, αλλά εμείς ετοιμάζουμε, κατά παραγγελία, και χοιρινό, ενώ κάνουμε επίσης και νηστίσιμα φαγητά γιατί υπάρχουν πάρα πολλά παραδοσιακά εδέσματα που δεν έχουν καθόλου κρέας» λέει η κ. Στασίδη για τα πιάτα που σερβίρει στους πελάτες της.
Στο Βarakat οργανώνουν τακτικά γευστικές βραδιές – πάρτι, όπως σε λίγες ημέρες, στις 23 Φεβρουαρίου, με μπουφέ που έχει 14 πιάτα και άλλα τόσες σαλάτες! «Επειδή είμαστε συνηθισμένοι, αυτοί που προερχόμαστε από τις πρώην σοβιετικές χώρες, το βραδινό μας να συνοδεύεται με μουσική, τα Σαββατοκύριακα ο κόσμος που έρχεται μένει ως αργά για να συνοδεύσει το φαγητό του με μουσική, τραγούδια και χορό» εξηγεί.
Χάρη στον Δρόμο του Μεταξιού, η γαστρονομική παράδοση του Ουζμπεκιστάν είναι ένας συνδυασμός Ανατολής και Δύσης, που περιλαμβάνει ψητά κρέατα και ψωμιά που θυμίζουν την κουζίνα της Τουρκίας, του Ιράν και του Μαρόκου, Κίνας, του Νεπάλ και άλλων χωρών της Άπω Ανατολής. Μετά την ανεξαρτησία του Ουζμπεκιστάν από τη Σοβιετική Ένωση, η κουζίνα του έπαιξε σημαντικό ρόλο στη δημιουργία μιας ξεχωριστής εθνικής ταυτότητας, «μέσω της δεξιοτεχνικής χρήσης της εθνικής κουζίνας», σύμφωνα με τους ιστορικούς του φαγητού, Γκλεν Μακ και Ασέλε Σουρίνα.
Ορισμένα από τα ξεχωριστά πιάτα της ουζμπεκικής κουζίνας, που σερβίρει η Τατιάνα Στασίδη στο εστιατόριό της είναι:
– Πλοβ: Το εθνικό φαγητό του Ουζμπεκιστάν. Πρόκειται για ρύζι μαγειρεμένο σε ζωμό κρέατος. Το συγκεκριμένο πιάτο αποτελεί φόρο τιμής στην πλούσια γεωργική παραγωγή και στην κτηνοτροφία της χώρας. Τα βασικά υλικά του είναι το αρνί, τα κρεμμύδια και τα κίτρινα ή πορτοκαλί καρότα. Υπάρχουν πάνω από 200 διαφορετικές ποικιλίες του πλοβ, το οποίο συμπεριλήφθηκε στην άυλη πολιτιστική κληρονομιά της UVESCO.
– Σάμσα: Τα σάμσα είναι τριγωνικά πιτάκια με γέμιση κρέατος και λαχανικών. Μπήκαν στη γαστρονομία της χώρας τον 13ο και τον 14ο αιώνα, χάρη στους εμπόρους της Κεντρικής Ασίας, που περνούσαν από την περιοχή. Τα αυθεντικά ουζμπέκικα σάμσα είναι γεμιστά με κρέας και κρεμμύδι και ψήνονται σε φούρνους.
– Μαντί: Παρόμοιο με τα σάμσα, τα μαντί είναι ζυμαρικά γεμιστά με αρνίσιο κρέας και κρεμμύδι. Γίνονται μόνο στον ατμό σε ειδική κατσαρόλα.
– Λαγκμάν: Το λαγκμάν είναι μια σούπα με χειροποίητα νουντλ, κομμάτια μοσχαριού ή αρνιού και λαχανικά. Έχει κινέζικη – νεπαλέζικη καταγωγή. Η συνταγή είναι δημοφιλής σε πολλές χώρες της Ασίας. Οι Ουζμπέκοι την αλλάζουν διαρκώς και τη συμπληρώνουν, κάνοντάς την βασικό πιάτο της κουζίνας τους.
Παρά τον πλούτο των πιάτων που σερβίρει στο εστιατόριό της, ωστόσο, όνειρο της Τατιάνας Στασίδη είναι να φέρει από το Ουζμπεκιστάν τον παραδοσιακό φούρνο που λέγεται «ταντίρ», στον οποίο ψήνονται ψωμάκια και η λατρεμένη όλων των λαών- σάμσα!
Πηγή κειμένου και φωτογραφίες: ΑΠΕ – ΜΠΕ
Σου άρεσε το άρθρο που μόλις διάβασες;
Εάν ναι βοήθησε μας με το να το κοινοποιήσεις στους φίλους σου.
Για άρθρα που αναδημοσιεύονται και αναγράφεται η πηγή τους, ουδεμία ευθύνη φέρει το SalonikaPlus.gr, καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.