«Αισθάνομαι άνετα με το νυχτικό και τις παντόφλες μου, πίνω νερωμένο καφέ, καπνίζω, δεν πάω σε δεξιώσεις με ένα ποτήρι νερό στο χέρι και να λέω ανοησίες, δεν έχω Φιλιππινέζα, ρόλεξ και BMW. Αγαπώ τους φίλους μου, τους σκύλους μου, τις αναμνήσεις μου, τις ρυτίδες μου, τους θεατρίνους και τα ταξίδια. Θέλω να γεράσω, γιατί σημαίνει ότι θα έχω ζήσει (δεν γερνάνε όσοι πεθαίνουν νέοι). Για το θάνατο αδιαφορώ, γιατί δεν θα είμαι εκεί»: Δεν υπάρχει καλύτερη περιγραφή της Μάρθας Καραγιάννη από αυτή που έκανε η ίδια για τον εαυτό της, το 2001, μέσα σε λίγες μόνος προτάσεις, στην αυτοβιογραφία της με τον χαρακτηριστικό τίτλο « Ο έρωτας μωρό μου είναι γλέντι» (εκδόσεις Άγκυρα).
Μια περιγραφή αυθόρμητη και ειλικρινής, δύο χαρακτηριστικά που συνόδευαν σε όλη την πορεία της ζωής της την αγαπημένη ηθοποιό, που έφυγε σήμερα, λίγο πριν συμπληρώσει τα 83 της χρόνια, προκαλώντας συγκίνηση σε όλους όσοι είτε την γνώρισαν από κοντά είτε την αγάπησαν μέσα από τους δεκάδες, πασίγνωστους κινηματογραφικούς ρόλους της.
Η Μάρθα Καραγιάννη ήταν, αναμφισβήτητα, εξαιρετικά δημοφιλής και αγαπητή. Όχι μόνον στους άνδρες, γεγονός αναμενόμενο λόγω της εντυπωσιακής εξωτερικής της εμφάνισης, αλλά και στις γυναίκες. Γιατί η Καραγιάννη, που έλαμπε και γοήτευε με τις υπέροχες καμπύλες της στα χορευτικά των ελληνικών ταινιών, φορώντας εκείνα τα περίφημα «γυμνά» κοστούμια με τα φτερά, είχε μια ομορφιά γήινη, προσιτή και μπορούσε να μεταμορφώνεται, μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, από σταρ και sex symbol, σε κορίτσι της διπλανής πόρτας.
Ένα κορίτσι με ποντιακή καταγωγή, που μεγάλωσε στο Κεραστίνι κι αυτό που λαχταρούσε από μικρή ήταν να χορεύει. «Ο χορός ήταν πάντα μέσα μου, στο αίμα μου» συνήθιζε να λέει στις συνεντεύξεις της εξηγώντας το λόγο που οδήγησε τα βήματά της στο σανίδι του Μπαλέτου της Λυρικής Σκηνής, από τα οκτώ της κιόλας χρόνια.
Παρόλα αυτά αποδείχτηκε πως ήταν πολλά παραπάνω από μια καλή χορεύτρια. Αυτό το πανέμορφο, μελαχρινό κορίτσι, με το έντονο βλέμμα, την αστείρευτη ενέργεια και τον αρσενικό τσαμπουκά, ήταν φτιαγμένο για προσελκύσει πάνω του φώτα, πολλά φώτα. Ήταν λοιπόν θέμα χρόνου να την ανακαλύψει κάποιος, να την πιάσει από το χέρι και να της ανοίξει νέους ορίζοντες που θα την οδηγήσουν σε καινούργιους, μεγάλους καλλιτεχνικούς δρόμους.
Η σταρ των κινηματογραφικών μιούζικαλ
Κι αυτός ο κάποιος ήταν ο Γιάννης Δαλιανίδης. Η κινητήριος δύναμη πίσω από το φαινόμενο Μάρθα Καραγιάννη, εκείνος που τήν καθιέρωσε ως βασίλισσα των κινηματογραφικών μιούζικαλ και της χάρισε δεκάδες δημοφιλής ρόλους που παραμένουν μέχρι σήμερα διαχρονικοί. Ποια από τις ταινίες τους να πρωτοθυμηθεί κανείς; Από τα «Μερικοί το προτιμούν κρύο», «Κάτι να καίει», «Κορίτσια για φίλημα» και «Ραντεβού στον αέρα» μέχρι τα «Οι θαλασσιές οι χάντρες», «Νύχτα γάμου», «Μια κυρία στα μπουζούκια» και «Γοργόνες και μάγκες», ήταν όλες τους υπέροχες. Κινηματογραφικά μανιφέστα αθωότητας, χαράς, γέλιου, ταλέντου, ομορφιάς που «προίκισαν» με όμορφες αναμνήσεις γενιές και γενιές.
Παρόλα αυτά αποδείχτηκε πως ήταν πολλά παραπάνω από μια καλή χορεύτρια. Αυτό το πανέμορφο, μελαχρινό κορίτσι, με το έντονο βλέμμα, την αστείρευτη ενέργεια και τον αρσενικό τσαμπουκά, ήταν φτιαγμένο για προσελκύσει πάνω του φώτα, πολλά φώτα. Ήταν λοιπόν θέμα χρόνου να την ανακαλύψει κάποιος, να την πιάσει από το χέρι και να της ανοίξει νέους ορίζοντες που θα την οδηγήσουν σε καινούργιους, μεγάλους καλλιτεχνικούς δρόμους.
Η σταρ των κινηματογραφικών μιούζικαλ
Κι αυτός ο κάποιος ήταν ο Γιάννης Δαλιανίδης. Η κινητήριος δύναμη πίσω από το φαινόμενο Μάρθα Καραγιάννη, εκείνος που τήν καθιέρωσε ως βασίλισσα των κινηματογραφικών μιούζικαλ και της χάρισε δεκάδες δημοφιλής ρόλους που παραμένουν μέχρι σήμερα διαχρονικοί. Ποια από τις ταινίες τους να πρωτοθυμηθεί κανείς; Από τα «Μερικοί το προτιμούν κρύο», «Κάτι να καίει», «Κορίτσια για φίλημα» και «Ραντεβού στον αέρα» μέχρι τα «Οι θαλασσιές οι χάντρες», «Νύχτα γάμου», «Μια κυρία στα μπουζούκια» και «Γοργόνες και μάγκες», ήταν όλες τους υπέροχες. Κινηματογραφικά μανιφέστα αθωότητας, χαράς, γέλιου, ταλέντου, ομορφιάς που «προίκισαν» με όμορφες αναμνήσεις γενιές και γενιές.